Η μέρα ήταν μουντή, έξω βροχή και κρύο. Εγώ χειρότερα δε γίνεται. Όλα μου πήγαιναν στραβά. Είχα τσακωθεί με το αφεντικό μου, τα οικονομικά μου ήταν χάλια και με εκείνον και με εκείνον που ήταν η αγάπη και το στήριγμα μου δε μιλούσα πια.
Είχε περάσει πολύς καιρός από το χωρισμό μας…
αλλά μιλάγαμε αραιά και πού για να κρατήσουμε αυτό το “Μη χαθούμε”. Στη ζωή όλα ξεπερνιούνται και όλα συνηθίζονται. Ή τουλάχιστον έτσι νομίζουμε. Με την απουσία του έμαθα να ζω για τουλάχιστον ένα χρόνο. Δεν ήξερα πια τι έκανε στη ζωή του.
Έφτασαν λοιπόν Χριστούγεννα, καλή ώρα όπως κοντεύουν τώρα. Εγώ στην κατάσταση που σας λέω ένα χάλι μαύρο! Η μέρα μου πήγαινε από το κακό στο χειρότερο και το μόνο που ήθελα ήταν να μείνω σπίτι μου να μην κάνω τίποτα.
Ήρθαν οι κολλητές μου, με ξεσήκωσαν να ετοιμαστώ και να βγούμε και έτσι κι έγινε. Όσο παράλογο κι αν ακούγεται ένιωθα ότι μετά από όλα όσα συνέβαιναν στη ζωή μου κανείς δεν μπορούσε να με καταλάβει γι’ αυτό και δεν τα πολυσυζητούσα. Εκείνος, είχε πάντα το χάρισμα να με καταλαβαίνει πριν μιλήσω. Διάβαζε τα μάτια μου? Το μυαλό μου? Ποιός ξέρει. Απλά εκείνο το βράδυ μου έλειπε πολύ. Φυσικά, μετά από ένα χρόνο δεν μπορούσα να κάνω τίποτα.
Βγήκα με τις φίλες μου αλλά δεν άντεξα και πολύ και έφυγα νωρίτερα προκειμένου να μείνω λίγο μόνη μου. Πήγα σε ένα παρκάκι που πηγαίνω πάντα όταν θέλω να χαλαρώσω και να σκεφτώ. Μέσα στο σκοτάδι, με δυσκολία ξεχώριζα ότι κάποιος καθόταν στην άλλη άκρη και με κοίταζε. Το πρόσωπο ήταν γνώριμο. Και ήταν εκείνος. Την πιο σημαντική στιγμή που τον χρειαζόμουν ήταν εκεί κι εγώ τον έψαχνα μέσα στις αναμνήσεις μου.
Του μίλησα σαν να μην είχε περάσει μια μέρα.. Και όντως δεν είχε περάσει..Από εκείνο το βράδυ δε χωρίσαμε ξανά ποτέ…