Η μειωμένη ερωτική επιθυμία είναι πιο συχνή στις γυναίκες παρά στους άντρες. Το πιο συχνό οργανικό αίτιο είναι η έλλειψη κάποιων ορμονών, των ανδρογόνων, που σχετίζονται με την ερωτική επιθυμία τόσο στους άντρες όσο και στις γυναίκες. Η έλλειψη τεστοστερόνης είναι απότοκος μιας πάθησης που λέγεται υπογοναδισμός. Πολλές φορές, όμως, το πρόβλημα είναι δευτερογενές, οφείλεται δηλαδή σε άλλο σεξουαλικό πρόβλημα, π.χ. άντρες με στυτική δυσλειτουργία βιώνουν μείωση της ερωτικής επιθυμίας ή γυναίκες με πόνο κατά την επαφή μπορεί να νιώθουν αποστροφή στο σεξ. Eπίσης, οι χρόνιες παθήσεις, κάποια φάρμακα, καθώς και χρόνιοι πόνοι συνδέονται με μείωση της επιθυμίας.
Από το Ινστιτούτο Μελέτης Ουρολογικών Παθήσεων.
Αίτια
Λανθασμένες γνώσεις γύρω από το σεξ
Παρουσία σεξουαλικής δυσλειτουργίας (στύσης, εκσπερμάτισης, πόνου κατά την επαφή)
Τραυματική σεξουαλική εμπειρία/κακοποίηση
Χαμηλή αυτοπεποίθηση
Μείωση ανδρογόνων
Κατάθλιψη
Άγχος
Αλκοολισμός
Χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών
Χρόνια νοσήματα
Χρόνιοι πόνοι
Χαμηλή αυτοπεποίθηση
Έτσι, ο έλεγχος του άντρα πρέπει να αρχίζει από τον Ουρολόγο και της γυναίκας από τον γυναικολόγο. Εάν αποκλειστεί το οργανικό πρόβλημα, τότε θα αναλάβει ο εξειδικευμένος σεξολόγος, που θα διερευνήσει τα αίτια και θα υποδείξει θεραπεία.
Ο ρόλος της διαφορετικότητας της επιθυμίας στο ζευγάρι
Πολλά ζευγάρια βιώνουν τη σεξουαλική δυσαρέσκεια που απορρέει από το ότι ο ένας εκ των δύο έχει διάθεση για σεξ περισσότερο ή λιγότερο συχνά από τον άλλο. Συνήθως, το άτομο με τη λιγότερη επιθυμία θεωρείται ως εκείνο «που έχει το πρόβλημα» και που πρέπει να βρει λύση. Ωστόσο, μολονότι ορισμένοι ατομικοί παράγοντες μπορεί να συμβάλλουν στη μείωση της επιθυμίας, για πολλά ζευγάρια, είναι η δυναμική της σχέσης που συμβάλλει στο να μη συμβαδίζουν σεξουαλικά τα δύο άτομα μεταξύ τους. Για τον λόγο αυτόν, αντί να αποδίδουμε το πρόβλημα στον έναν εκ των δύο, είναι περισσότερο ωφέλιμο να προσπαθούμε να διαχειριστούμε τη διαφορετικότητα στα επίπεδα σεξουαλικής επιθυμίας μεταξύ των δύο. Αυτή η προσέγγιση επιτρέπει το «ζευγάρι» και οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ τους να είναι το επίκεντρο της θεραπείας έναντι του ενός.
Έχει διαπιστωθεί ότι, όταν ένα ζευγάρι έρχεται σε θεραπεία για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της επιθυμίας, συχνά έχουν ήδη καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο ένας από τους δύο είναι «το πρόβλημα» και θέλουν σε αυτόν να εστιάσουν. Μετά τον νέο τρόπο θεώρησης των πραγμάτων, τα περισσότερα ζευγάρια βρίσκουν ότι είναι πολύ διαφωτιστικό, αναζωογονητικό και ελπιδοφόρο το ότι καταλαβαίνουν ότι και οι δύο συμβάλλουν στο πρόβλημα και, το σημαντικότερο, και οι δύομπορούν να συμβάλουν στην επίλυση του προβλήματος και στην αύξηση της σεξουαλικής τους ικανοποίησης.
Μία δυναμική που συχνά αναπτύσσεται ανάμεσα στα ζευγάρια είναι αυτή, κατά την οποία ο ένας εκ των δύο είναι αυτός που τις περισσότερες φορές προσεγγίζει τον/την σύντροφο, παίρνει πρωτοβουλίες και απολαμβάνει την προσπάθεια να κάνει τον/την σύντροφο να «ανοιχτεί». Αντίστοιχα, το άτομο που προσεγγίζεται και αποφεύγει τις πρωτοβουλίες, απολαμβάνει το να είναι επιθυμητό και να ανταποκρίνεται όπως θέλει.
Με το πέρασμα του χρόνου, όμως, όσο ο ένας εκφράζει τη σεξουαλική επιθυμία για τον άλλον, τόσο ο άλλος απομακρύνεται. Όσο ο ένας απομακρύνεται, τόσο ο άλλος προσεγγίζει και εκφράζει επιθυμία. Έτσι, δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος. Σιγά σιγά, οι ρόλοι αυτοί παγιώνονται και εκφράσεις, όπως «Πάντα θέλεις» ή «Ποτέ δεν θέλεις» είναι αναπόσπαστο μέρος των διαφωνιών. Είναι εξαιρετικά συχνό το να διαπιστώνεται πως το φαινομενικά οργανικό/ορμονικό πρόβλημα της μειωμένης επιθυμίας δεν είναι παρά το αποτέλεσμα της παραπάνω κυκλικότητας.
Ωστόσο, τα ζευγάρια που ξεκινούν θεραπεία έχουν τη δυνατότητα να απεμπλακούν από αυτόν τον φαύλο κύκλο. Ακόμη και όταν μόνο ένας εταίρος επιλέγει να κάνει στροφή, η δυναμική μπορεί να επηρεαστεί θετικά. Όμως, όταν και οι δύο εμπλέκονται στη θεραπεία, τα αποτελέσματα μπορούν να είναι θαυμάσια. Λαμβάνοντας υπόψιν τη «σχέση» αλλά και τις δυνατότητες του καθενός, μπορεί το ζευγάρι να μάθει να διαχειρίζεται τις διαφορές του, με τρόπο που κάνει τη σχέση να εξελίσσεται, ώστε να αυξάνεται η σεξουαλική ικανοποίηση.