Η συγγραφέας Στέλλα Καραμπακάκη μοιράζεται μαζί μας ένα απόσπασμα από το νέο της βιβλίο, “Ένα Μπακούρι στην Αθήνα”, που κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία από τις “Εκδόσεις Πολύτροπον”.
Στο κατώφλι της οικονομικής κρίσης, η πρωταγωνίστρια του βιβλίου αναζητά, αν όχι τον τέλειο άντρα, τουλάχιστον έναν σύντροφο. Οι παροιμίες της αθυρόστομης γιαγιάς της, που αναβλύζουν πηγαία σε κάθε δύσκολη κατάσταση, τη βοηθάνε να εκτονωθεί, και κάποιες φορές να βρει μια λύση στα προβλήματα επικοινωνίας των δύο φύλων. Η απολαυστική περιπλάνηση μιας σύγχρονης γυναίκας, με αυτοειρωνεία και καυστικό χιούμορ, στην Αθήνα λίγο πριν έρθουν τα πάνω-κάτω.
Η Στέλλα μας χαρίζει το απόσπασμα του βιβλίου της που μιλά για την γνωριμία της μέσω Facebook με τον ανθυποπλοίαρχο Μάκη! Ποιά κατάληξη θα έχει η γνωριμία αυτή; Διάβασε το απόσπασμα και μάθε το!
14 Απριλίου
Έζησα να το δω κι αυτό λοιπόν. Κάποιος ναυτικός —ανθυποπλοίαρχος, μη νομίζετε κάνας μούτσος— με στάμπαρε που γράφτηκα στην ομάδα και μου έστειλε μήνυμα ότι θα ήθελε να βγούμε για ένα καφέ.
Εγώ σε τέτοια ραντεβού δεν πάω, διότι είμαι της άποψης ότι τίποτα καλό δε θα μου προκύψει, από την άλλη όμως σκέφτομαι τώρα πως και από τα υπόλοιπα ραντεβού που βγήκα τελευταία τίποτα καλό δεν προέκυψε. Άρα ή είμαι καταραμένη ή κάτι κάνω λάθος ή τι να πω, χάλασε ο κόσμος και κανένας πια δεν ενδιαφέρεται για σοβαρή σχέση.
Νομίζω όμως πως όσοι δουλεύουν στα καράβια είναι κάπως πιο συντηρητικοί σε τέτοια θέματα, σκέφτομαι λοιπόν να πάω να τον πιω εκείνο τον καφέ ελπίζοντας στο καλύτερο.
17 Απριλίου…
Ο Μάκης —έτσι τον λένε— είναι πολύ συμπαθητικός, αλλά κάπως ξενέρωτος. Η συζήτηση δεν πολυτσούλαγε, και γενικώς δεν είναι ο τύπος του άντρα που θα χτυπήσει το χέρι στο τραπέζι και θα λύσει κάποιο πρόβλημα με το που θα παρουσιαστεί. Δηλαδή δεν είναι ο τύπος του άντρα που μου αρέσει. Όχι ότι ο Μάνος, ας πούμε, μου έλυσε κάποιο πρόβλημα, αντίθετα φρόντισε ώστε να αυγατίσουν και να πολλαπλασιαστούν σαν κουνέλια σε αναπαραγωγική περίοδο τα ήδη υπάρχοντα, πάντοτε όμως υπάρχει μια εξαίρεση στον κανόνα. Και επίσης, αυτός τουλάχιστον χτύπαγε το χέρι στο τραπέζι. Αλλά ο κανόνας παραμένει κανόνας, δεν μπορώ να κάνω άλλη έκπτωση, δε βγαίνω, πώς το λένε. Κάποιος λόγος υπάρχει που δεν μου αρέσει, απλώς τυχαίνει αυτή τη στιγμή να μου διαφεύγει.Μου φάνηκε λίγο μαμούχαλος ο Μάκης, αυτό πρέπει να είναι το βασικό μείον του. Επίσης μέσα από τη συζήτηση προέκυψε η διόλου ευχάριστη πληροφορία ότι όταν ξεκινά για ταξίδι, λείπει κάνα οχτάμηνο και αυτό καθόλου δεν μου άρεσε. Όχι ότι σκόπευα να κάνω χωριό μαζί του πριν το ακούσω, αλλά όταν το είπε κι αυτό άρχισα να κοιτάζω γύρω-γύρω μπας και έρθει κάποιος για να πληρώσουμε.
Φεύγοντας μου ζήτησε να ξαναβρεθούμε αύριο και μου είπε πόσο πολύ θέλει μια σχέση (κάτω από άλλες συνθήκες τώρα θα χόρευα κάποιο αυτοσχέδιο χορό θριάμβου). Απέφυγα να απαντήσω, είπα πως «θα μιλήσουμε» και την έκανα με ελαφρά.
Δεν μ’ αρέσει να απορρίπτω έτσι απλά κάποιον που βγάζει πέντε χιλιάρικα το μήνα εν καιρώ κρίσης και που θέλει σοβαρή σχέση, αλλά άμα δεν μου κάνει έστω ένα μικρό, ένα τοσοδούλι κλικ, βρε αδερφέ, δε γίνεται δουλειά. Εντάξει, δεν έχω την άνεση της Γαρμπή για να ξαποστέλνω όσους δεν έχουν «αυτό το κάτι που θέλω», αλλά μη ρίξουμε και τον πήχη στα υπόγεια. Πρέπει κάπως να μου κάνει κι εμένα κούκου.
Αποφάσισα λοιπόν να ξεχάσω την ιστορία και να πάω για ύπνο.
19 Απριλίου
Ο Μάκης όμως μάλλον δεν είχε την ίδια άποψη. Τα μηνύματα για να «ξαναβγούμε» και να «ξαναδοκιμάσουμε» —λες και πρόκειται για γλυκό που δεν έδεσε καλά το σιρόπι— έφταναν απανωτά στο κινητό μου τις επόμενες μέρες.
Και πάνω που βαρέθηκα να του δίνω αρνητικές απαντήσεις και άρχισα να σκέφτομαι σοβαρά την πιθανότητα να αλλάξω αριθμό, ο κύριος εξαφανίστηκε. Κι όταν λέω εξαφανίστηκε, εννοώ ότι έκοψε κάθε επαφή μαζί μου, γιατί στο facebook ζούσε και βασίλευε και αναρτούσε και ποζεράδικες φωτογραφίες αγκαλιά με ξανθά γκομενάκια σε άγνωστους ταξιδιωτικούς προορισμούς. What the fuck!
23 Απριλίου
Η πικρή αλήθεια είναι ότι δε μου αρέσει καθόλου να με φτύνουν, δηλαδή να με αγνοούν με οποιοδήποτε τρόπο. Συνήθως αυτοί που με αγνοούν, γίνονται το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου μου πριν προλάβει να πει κανείς «είσαι ηλίθια».
Έτσι και αυτή τη φορά, ο ξενέρωτος και μάλλον κάπως άσχημος Μάκης άρχισε να φαντάζει στα μάτια μου σα μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα περίπτωση.
Το σκέφτηκα μια και δυο —όχι πολύ σοβαρά προφανώς— και σήκωσα το ακουστικό μου, για να τον καλέσω να πιούμε ένα καφεδάκι ακόμα, να δούμε μήπως τα βρούμε λίγο καλύτερα αυτή τη φορά. Πόσο συχνά εξάλλου συναντά κανείς άντρα τόσο αφοσιωμένο στο θεσμό των σχέσεων, όσο ισχυρίζεται πως είναι ο εν λόγω κύριος;
25 Απριλίου
Ντύθηκα, στολίστηκα και λαμπερή σαν την πυγολαμπίδα πήγα στο δεύτερο ραντεβού μου με τον ανθυποπλοίαρχο, τον οποίο αυτή τη φορά έβλεπα με άλλο —πιο θολωμένο— μάτι.
Δεν νομίζω ότι η κουβέντα τσούλαγε και πολύ καλύτερα αυτή τη φορά, αποφάσισα λοιπόν να βοηθήσω λίγο τα πράγματα πηγαίνοντας μετά από το σπίτι του. Το σεξ δεν ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακό —για την ακρίβεια θα μπορούσε να εντυπωσιάσει μονάχα με την κακοτεχνία της η συγκεκριμένη performance— κι ας με συμβούλευε η γιαγιά μου από τότε που μπήκα στα δεκαοχτώ πως άμα σε γαμήσει κανένας πρέπει να είναι μάστορας, οπότε την έκανα όσο πιο γρήγορα μπορούσα, σίγουρη ότι τα τηλεφωνήματα θα πέσουν βροχή και ο ναυτικός θα κολλήσει πάνω μου σα χταπόδι σε γλιτσερό βράχο. Γιατί αυτός μπορεί να έχει τα χάλια του τα μαύρα, αλλά εγώ συναγωνίζομαι χαλαρά τη συμπατριώτισσα Σάσα — όχι τη Μπάστα, τη Γκρέι.
Κούνια που με κούναγε. Ο Μάκης εξαφανίστηκε και με έγραψε εκεί όπου δεν πιάνει μελάνι. Ω ναι, ο ανθυποπλοίαρχος αποδείχτηκε ένας ακόμα ανθυπομαλάκας που ήταν και κότα μέσα σε όλα, αφού μπήκε στη διαδικασία να κάνει ολόκληρη ιστορία μόνο και μόνο για να με ψήσει να του κάτσω. Κι αυτό που με εξαγριώνει πάνω από όλα είναι ότι έδωσα σε έναν ηλίθιο την ικανοποίηση να λέει ότι έχει πάει μαζί μου, και δεν εννοώ ότι έχει πάει μαζί μου για καφέ.
Γιατί καλά να μας δουλεύουν οι έξυπνοι, οι ψυχασθενείς, οι παλιοί μας φίλοι, αλλά να μας δουλεύουν και οι μούτσοι που ποιος ξέρει με τι βαθμολογία υπό του δέκα χώθηκαν στο ΤΕΙ και νομίζουν ότι κάτι κάνουν, αυτό πάει πολύ! Να σκατά που δεν είχαμε.
Δεν φταίει κάνας άλλος όμως, εγώ φταίω που κάνω γνωριμίες μέσω facebook με βλαμμένους. Αφήστε που όταν ψαχούλευα τη σελίδα του χτες, ανακάλυψα ότι καίγεται σε μια εφαρμογή που λέγεται «are you interested». Και επειδή ήμουν πολύ interested να μάθω περί τίνος πρόκειται, πήρα τηλέφωνο την κολλητή μου να μάθω τα νέα της και με την ευκαιρία τη ρώτησα και για την εφαρμογή, στην οποία καίγεται ο καλός μου νυχθημερόν. Τολμώ να πω ότι καθόλου δεν χάρηκα, όταν μου εξήγησε τι εστί βερίκοκο. Φαίνεται πως εκεί ψαρεύουν γκομενάκια όλοι οι καυλάντηδες εραστές και κάνουν γνωριμίες με σκοπό το σεξ. Όσο εγώ μπαινοβγαίνω σε σχέσεις αμφιβόλου χρονικής διάρκειας και ποιότητας, φαίνεται πως το greek kamaki έγινε social networking και πλέον δεν ξέρει κανείς από πού να φυλαχτεί.
Σκόραρα ένα παραδοσιακό μαλάκα τελικά και πολύ θα ήθελα να πω ότι τουλάχιστον ήταν η τελευταία κακή γνωριμία μου και ησύχασα, αλλά φυσικά τίποτα τέτοιο δεν μου συνέβη. Λες και δεν έχω γνωρίσει ήδη αρκετούς εκεί έξω, πρέπει τώρα να διευρύνω τον κύκλο μου και μέσω ίντερνετ. Είμαι άξια της μοίρας μου. Ελπίζω ο ΟΤΕ να μου κόψει τη σύνδεση λόγω απεριόριστης βλακείας ή κάτι τέτοιο. Θα μείνω για πάντα αστεφάνωτη και η μόνη επίσκεψη που θα κάνω στον Καίσαρη θα είναι για κάποια χρυσή πλακέτα με το όνομα μου, από αυτές που φοράνε πλέον μονάχα κάτι υπέργηρες γεροντοκόρες. Και αυτήν θα πρέπει να την πουλήσω στο τέλος, γιατί σύνταξη δε νομίζω να μου δώσει ποτέ κανείς. Well done.
Συμπέρασμα: Τίποτα καλό δε θα μου συμβεί αν βγαίνω με άγνωστους από το facebook. Και όχι, η απελπισία που με βαρά αλύπητα δεν είναι δικαιολογία. Η βλακεία επίσης.