Όλοι μας, άλλοι λιγότερο κι άλλοι περισσότερο, γνωρίζουμε τα προτερήματά μας. Σε μικρότερο βαθμό, έχουμε κάποια γνώση και για τα ελαττώματά μας. Τα ξέρουμε, είναι εκεί, μέσα μας, ριζωμένα σαν ένα φυτό στη γλάστρα που δεν αγαπάμε και πολύ αλλά που βαριόμαστε συνεχώς να ασχοληθούμε μαζί του. Είμαστε πολύ απασχολημένοι με το να προσπαθούμε συνεχώς να προβάλουμε τα καλά μας στοιχεία, είναι τα δυνατά μας χαρτιά, με αυτά ελπίζουμε να κερδίσουμε την παρτίδα που λέγεται ζωή. Στη μοιρασιά βέβαια σηκώσαμε και άσχημα φύλλα, οπότε αυτό που συνήθως κάνουμε είναι να τα κρύβουμε έντεχνα πίσω από τους άσσους και τα μπαλαντέρ. Άλλωστε δεν είμαστε τίποτα περισσότερο από γήινα ατελή όντα.
Σε σπάνιες εξάρσεις ειλικρίνειας, συμβαίνει να έρχεται στην επιφάνεια κάποιο από αυτά τα ελαττώματα. Ή τουλάχιστον στην δική μας επιφάνεια, καθώς για τους άλλους δυστυχώς είναι πάντα εκεί, φάτσα φόρα, γραμμένα στο κούτελό μας με χοντρά κεφαλαία γράμματα. Αυτές τις φορές λοιπόν, στην προσπάθειά μας να το βάλουμε πίσω στη θέση του, στο κάτω κάτω συρτάρι της αυτογνωσίας μας, κάνουμε κάποιο σχετικό σχόλιο («Μα πως είμαι έτσι;», «Πάλι μαλακία έκανα», «Κακώς αντέδρασα έτσι απότομα» και τα λοιπά και τα λοιπά που όλοι κατά καιρούς έχουμε πει) σε κάποιο προσφιλές κι αγαπημένο μας πρόσωπο, με απώτερο σκοπό φυσικά, το κανάκεμα! Όχι μην μιλάς έτσι, δίκιο έχεις, σε κατανοώ, κι εγώ το ίδιο θα έκανα, η γκάμα με τα παρηγορητικά λόγια που περιμένουμε να ακούσουμε ατελείωτη. Και ξαφνικά, απρόβλεπτα, εκεί που δεν το περιμένεις, σου ‘ρχεται μια μούτζα όλη δική σου!
Αντί για το κλασσικό χάδι …